Ανασκάλεμα

Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

5/5/2010 – 5/5/2011: Οι δημοκράτες δεν ξεχνούν τους 3 εργαζόμενους της Μαρφίν



Νώντας, Παρασκευή, Αγγελική
– η τελευταία τεσσάρων μηνών έγκυος… Τρεις εργαζόμενοι στο κεντρικό υποκατάστημα της Marfin Egnatia Bank επί της οδού Σταδίου, αριθμός 23… Για δικούς του λόγους ο καθένας, λόγους τους οποίους δεν έχει σημασία πια να μαντέψουμε ή να εικάσουμε, πήραν την απόφαση να μη συμμετάσχουν στην κρατική «πανελλαδική απεργία» και στην «έφοδο στη Βουλή κατά των πολιτικών» της 5ης του Μάη του 2010, παρέα με τους ΛΑΟΣτζήδες, τους Χρυσαυγίτες με τις ελληνικές σημαίες και τα ψευτοαναρχικά μηδενιστικά τάγματα εφόδου… Και το πλήρωσαν με τη ζωή τους! Κι όχι μόνο! Κάποια καθάρματα, σκυλεύοντας τη μνήμη τους, συνεχίζουν να τους ποδοπατούνε μετά θάνατο με τις εξής δύο ερμηνείες της «τύχης» τους: πρώτη, εκείνη που λέει «να μη δούλευαν σε μέρα πανεργατικής απεργίας – δικιά τους η ευθύνη» - δεύτερη, εκείνη των κλασσικών ναζιστών της Χρυσής Αυγής που σπεύδουν να τους υιοθετήσουν, χαρακτηρίζοντάς τους «Έλληνες - θύματα της αναρχομπολσεβικικής τρομοκρατίας» και ουσιαστικά αυτοπαρουσιαζόμενοι ως θεματοφύλακες της μνήμης τους…


Τα αστυνομικά στοιχεία της υπόθεσης δεν ξεκαθαρίζουν ακόμη αν επρόκειτο για στοχευμένη δολοφονική ενέργεια ναζιστικού τύπου ή απλώς για εγκληματική αμέλεια νεαρών μελών του σύγχρονου υπεραντιδραστικού μηδενιστικού ρεύματος μέσα στον αναρχισμό. Πάντως η πληροφορία, που επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, ότι εχτός των μολότοφ χύθηκε και επιπλέον εύφλεκτη ύλη μες στο κτίριο, ώστε να εξασφαλιστεί ότι το κάψιμο θα ήταν ολοκληρωτικό, συντείνει δυστυχώς στην πρώτη εκδοχή.

Σε κάθε περίπτωση, αυτοί που έκαψαν, είτε συνειδητοί αναρχοναζήδες μηδενιστές είτε υπεραντιδραστικοί μικροαστοί – λούμπεν σπασιματίες, ενέταξαν στη στρατηγική τους το σοβαρό ενδεχόμενο –τουλάχιστο- να υπάρξουν νεκροί από αυτή τους την πράξη, πράγμα που δεν τους εμπόδισε να προχωρήσουν στα σχέδιά τους. Γι’ αυτό και μόνο είναι εγκληματίες, που τους αξίζει δρακόντεια αυστηρότητα, τόσο από πλευράς του λαού όσο και από πλευράς του αστικού κράτους και της δικαιοσύνης.

Το ζήτημα ωστόσο είναι βαθύτερο, έχει πολιτικοϊδεολογικές ρίζες και αγγίζει τον πυρήνα του πολιτικού διακυβεύματος σε αυτό τον τόπο. Αφορά στο βάθος το τι σημαίνει λαϊκή, εργατική και επαναστατική πάλη, ποιος είναι ο ρόλος των μαζών και ποιος της πολιτικής τους πρωτοπορίας στον αντικαπιταλιστικό τους αγώνα, αλλά και στις επί μέρους διεκδικητικές τους πάλες, αφορά τελικά τον πυρήνα του ζητήματος της ανθρώπινης απελευθέρωσης από τα δεσμά του κεφαλαίου. Αν δε φτάσουμε μέχρις εκεί, η οποιαδήποτε δημοκρατική κριτική στους φασίστες δολοφόνους, θα μείνει στα μισά του δρόμου.

Αν έδειξε κάτι η υπόθεση της Μαρφίν, ήταν το πόση απόσταση χωρίζει τις διαθέσεις των μαζών, της φτωχολογιάς, των «από κάτω» αυτής της κοινωνίας, από εκείνες των ηγεσιών της ψευτοαριστεράς και τα «κεφάλια» του αναρχικού χώρου. Πρόκειται πια για διάσταση ολκής, που όσο μεγαλώνει, τόσο σκυλιάζουν οι σοσιαλφασίστες και οι χειρότεροι ανάμεσα στους αναρχικούς.



Το ρεύμα του μηδενισμού μέσα στον αναρχισμό, αλλά και το σιχαμερό αντίστοιχό του μέσα στην ψευτοαριστερά, ρεύμα που ενώνει το «ριζοσπαστικό» τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ με δυνάμεις μες στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε «συμμετοχή στα μπάχαλα και στις εξεγερσιακές πραχτικές», είναι ιδεολογικό αποτέλεσμα - απότοκο αυτής ακριβώς της βαθιά μικροαστικής ναζιστικού τύπου λύσσας ενάντια στον «αλλοτριωμένο εργατοϋπάλληλο που σκύβει το κεφάλι στο αφεντικό» και δεν κάνει την «αντικαπιταλιστική του επανάσταση».

Αυτή η λύσσα υπάρχει και στον κνίτη του ψευτοΚΚΕ, αλλά του την τιθασεύει το «κόμμα», αφήνοντάς τον να την εκδηλώσει (που και που) σε κανέναν πελάτη καταστήματος, επιβάτη πλοίου ή και σε μη απεργό εργαζόμενο σε «περιφρουρήσεις απεργιών» (περιφρουρήσεις όπου κανένας "περιφρουρητής" δεν είναι συνήθως πραγματικός απεργός της επιχείρησης). Για το «δρόμο» και τη βιτρίνα, υπάρχει ο χυλός ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ – αναρχισμός – αναρχοφασισμός.

Αυτή η λογική δε διαφέρει στο βάθος από τη «λογική» των κλασσικών ναζιστών, που μισούν τις μάζες επειδή δεν εκπληρώνουν τα «πεπρωμένα της φυλής», σύμφωνα με το «δίκαιο του αίματος», οπότε θα έρθει ο «φύρερ» Μιχαλολιάκος με τους μαχαιροβγάλτες του να μας κάτσουν στο σβέρκο για να πάψουμε να είμαστε «αλλοτριωμένοι από τον αμερικάνικο τρόπο ζωής» και να επιστρέψουμε «εις τας παραδόσεις του έθνους και της φυλής», αφού πρώτα σφάξουμε και βασανίσουμε τους σκουρόχρωμους στο δέρμα μετανάστες που ξεζούμισαν οι «άριοι» Έλληνες μικρομεσαίοι και μεγαλομεσαίοι δουλοχτήτες.

Ας μείνουμε ωστόσο, προς το παρόν, στους ψευτοαριστερούς και στον αναρχικό χώρο, που μας αφορούν λόγω ιδεολογικής «γειτνίασης» (θέλοντας και μη). Στην ιστορία του ελλαδίτικου εργατικού κινήματος, η βία πάνω σε λαό ήταν αποκλειστικό προνόμιο του φασισμού, της αστικής τάξης και του κράτους της, κράτους της εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό και της ωμής αντιλαϊκής βίας. Ποτέ το λαϊκό κίνημα, είτε προπολεμικά, είτε επί ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ΔΣΕ, είτε επί ΕΔΑ, είτε μεταπολιτευτικά, δε διανοήθηκε να χτυπήσει ή να στοχοποιήσει εκείνο το τμήμα του λαού που, για δικούς του λόγους, «κοίταζε τη δουλίτσα του», που φοβόταν την εμπλοκή στην πολιτική ή δεν έπαιρνε μέρος στους αγώνες.

Και όχι μόνο, αλλά το λαϊκό κίνημα, με μπροστάρηδες τους πραγματικούς κομμουνιστές, απηύθυνε πάντα κάλεσμα σε αυτό το κομμάτι των μαζών, το γνωστό και ως «σιωπηρή πλειοψηφία», ειδικά σε ειρηνικές περιόδους, να συμμετάσχει έστω και στο πιο μερικό, αποσπασματικό, «ασήμαντο» τμήμα της πάλης για ψωμί και δικαιώματα, ώστε να διαπαιδαγωγηθεί μέσα στην ίδια τη ζωή και να αλλάξει τις ιδέες του μέσα από την πείρα του. Το μόνο κομμάτι «λαού» -εξαιρετικά ολιγάριθμο- που δέχτηκε βία από το πραγματικό προοδευτικό στρατόπεδο ήταν εκείνο που περνούσε με το μέρος του εχθρού ΕΜΠΡΑΚΤΑ (π.χ. ταγματασφαλίτες, χαφιέδες και ρουφιάνοι, βασανιστές κλπ.)

Ουδέποτε ο ΕΛΑΣ ή ο ΔΣΕ καλλιέργησαν τη λογική να χτυπιέται ένας λαϊκός  άνθρωπος ή ακόμα και οικονομικά αστός, μονάχα για το λόγο ότι είναι δεξιός ή αντίπαλος της λαϊκής δημοκρατίας, και όπου αυτό έγινε και διαπιστώθηκε, στις περισσότερες περιπτώσεις τιμωρήθηκε ακόμη και με θάνατο από τα ανταρτοδικεία. Τιμωρούνταν μονάχα όσοι συμμετείχαν ΕΝΕΡΓΑ στην αντιλαϊκή δραστηριότητα, και πάλι επιλεκτικά.

Οι ίδιοι άνθρωποι λοιπόν που γκρέμισαν μέσα στις μάζες –προσωρινά- κάθε ελπίδα για ένα λαϊκοδημοκρατικό, σοσιαλιστικό μέλλον μέσα από το ξέφτισμα και το σούρσιμο στη λάσπη της προοδευτικής κοσμαντίληψης από τους Ρώσους σοσιαλφασίστες μεταξύ 1960 και 1990 και σήμερα από τους Κινέζους ομόλογούς τους, οι υπάλληλοι των παραπάνω προδοτών του σοσιαλισμού των ηγεσιών ψευτοΚΚΕ – ΣΥΝ - ΝΑΡ, εκείνοι που έκαναν ύποπτο το σφυροδρέπανο μέσα στο λαό, ζητάνε με απερίγραπτο θράσος από τον ίδιο αυτό λαό να συμμετέχει με πάθος στα κινηματάκια τους, στις ψευτοαπεργίες τους, στις μπούκες τους, στην κάθε βρωμοδουλειά τους.

Όταν ο λαός τους φτύνει, ρίχνουν στην καθυστερημένη βάση τους, που περιλαμβάνει και καλούς ανθρώπους και κάποιους αγωνιστές, τις θεωρίες ότι ευθύνονται τα ΜΜΕ που «αλλοτριώνουν τις μάζες», ο «μικροαστισμός» των μαζών που «ενσαρκώνουν τον καπιταλιστικό τρόπο ζωής και τον ατομισμό», που «δεν καταλαβαίνουν κι έχουν πολύ χαμηλό επίπεδο» κλπ. Αυτές τις θεωρίες οι πολιτικά αγράμματοι απελπισμένοι μικροαστοί που στρουγγίζονται πια στη βάση των χειρότερων πλευρών του αναρχισμού (εκείνων που δανείζονται τις «αντικαπιταλιστικές» θεωρίες τους από την ψευτοαριστερά), τις πάνε απλούστατα ένα βήμα παραπέρα: θάνατος στο «συμβιβασμένο μικροαστό», στον «απεργοσπάστη», στον «υποταγμένο στην εξουσία και στο κεφάλαιο».


Έτσι βλέπουμε ότι φτάνουμε πια σε αντίθεση όχι στους κόλπους του λαού, αλλά σε αντίθεση στρατοπέδου. Αυτό εκφράζει η κραυγή από τα μπλοκ της «ΚΟΝΤΡΑ», της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των υπόλοιπων τροτσκοαντικαπιταλιστών «αφήστε τους να καούν, είναι απεργοσπάστες», που γίνεται έντεχνη προσπάθεια στις νέες μαρτυρίες για το γεγονός να αποσιωπηθεί, για να μη χαλάσει η μόστρα της «ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς». Για τους «επαναστάτες» μας (των ψευτοαριστερών ηγεσιών, όχι ακόμα ολόκληρης της βάσης), η εργατιά και η φτωχή υπαλληλία, που μαζί με την φτωχή αγροτιά θα αποτελέσουν την πρωτοπορία της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής όταν και όποτε ωριμάσουν οι όροι για κάτι τέτοιο, στο βαθμό που δεν «στέκονται στο ύψος τους» και δεν εκπληρώνουν τώρα δα τις προσδοκίες των αυτοανακηρυγμένων καθοδηγητών τους, αξίζουν ένα χέρι ξύλο, περιφρόνηση, ταπείνωση ή ακόμη και θάνατο (το τελευταίο εκφράζει μονάχα τα πιο διεστραμμένα στοιχεία του σοσιαλφασιστικού και αναρχοναζιστικού μπλοκ).

Από τη μια λοιπόν ο λαός, που προσπαθεί μέσα σε τούτη την πρωτοφανή για τα σύγχρονα δεδομένα οικονομική συγκυρία στη χώρα να τα βγάλει πέρα και παραπέρα να καταλάβει τι έφταιξε και γιατί φτάσαμε ως εδώ, κι από την άλλη εκείνοι που θεωρούνε αυτονόητο πως οι μάζες όχι μόνο πρέπει να καταπιούνε αμάσητη τη δική τους ψευτοερμηνεία, αλλά και να τους ακολουθούνε στα συνθήματα, στις μέθοδες, στους στόχους της πάλης, επί ποινή θανάτου μάλιστα αν δε το κάνουν.



Όποιος έχει δουλέψει έστω και λίγο σε μεγάλη επιχείρηση, εργοστάσιο, εταιρεία ή τράπεζα, γνωρίζει από πρώτο χέρι τι θα πει πλήρης αδιαφορία του καθεστωτικού συνδικαλιστικού συρφετού για τον εργάτη και το φτωχό υπάλληλο, που αναγκάζεται να υπομένει τις προσβολές του αφεντικού και του προϊστάμενου, την εντατικοποίηση της δουλειάς, τη συμπίεση του μεροκάματου, τον τρόμο της ανεργίας.


Τη χοντροπετσιά αυτού του «συνδικαλιστικού» ασκεριού -ΠΑΜΕ και ΓΣΕΕ- απέναντι σε κάθε προσπάθεια αυτοοργάνωσης του λαού, των εργαζομένων σε χώρους δουλειάς, αυτοοργάνωση που οι γραφειοκράτες και ρουφιάνοι των αφεντικών -σε πολλές περιπτώσεις- που φωλιάζουν στις τέσσερις βασικές συνδικαλιστικές παρατάξεις τη βλέπουν σα κίνδυνο για την κρατικο-συνδικαλιστική τους εξουσία.

Με τι μούτρα τολμάνε όλοι αυτοί να ζητάνε από τους σκληρά εργαζόμενους για το ψωμί τους του ιδιωτικού τομέα να ορθώσουν το ανάστημά τους στο αφεντικό, όταν τους έχουν χιλιοπουλήσει;; Όταν ο εργαζόμενος ξέρει πως κατά πάσα πιθανότητα θα βρεθεί στο δρόμο, και χωρίς στήριξη, αν δεν είναι οργανωμένος «αντικαπιταλιστής» κνίτης;; Όταν μετά το 1981 έχουμε μια 30ετία διάλυσης του πραγματικού  συνδικαλισμού, αφού το μπλοκ κρατικογραφειοκρατών  - σοσιαλφασιστών δωροδόκησε τις μάζες με αδούλευτα λεφτά από δανεισμό στο δημόσιο και όριζε το ίδιο με συμφωνίες κορυφής τους μισθούς και στον ιδιωτικό τομέα, τσακίζοντας κάθε οργάνωση της τάξης σε πρώτο και δεύτερο βαθμό;; Όταν όλα αυτά τα καθεστωτικά καθάρματα δεν περιφρούρησαν ποτέ το ίσο μεροκάματο Ελλήνων και μεταναστών, κάτι που και τους μετανάστες εξαθλίωσε και το ελληνικό μεροκάματο έριξε, γεννώντας τον κανιβαλικό εθνορατσισμό;; 

Μη νομίσει κανείς, από παραδρομή, ότι παίρνουμε τούτη την κατάσταση για δεδομένη, επειδή την περιγράφουμε ή πως είμαστε μοιρολάτρες. Το αντίθετο. Το μέλλον μας επιφυλάσσει, πιστεύουμε, πολύ θετικές εκπλήξεις. Απλούστατα, η εργατική τάξη και οι στενοί σύμμαχοί της στον ταξικό αγώνα θα οργανωθούν και θα σηκώσουν κεφάλι πρώτα και κύρια ενάντια στους «αντικαπιταλιστές» ψευτομαρξιστές επίδοξους καθοδηγητές τους, για να πάρουν σβάρνα στη συνέχεια και τον κλασσικό εργοδοτικό συνδικαλισμό.

Δυο λόγια ακόμη για τις θεωρητικές βάσεις που οπλίσανε, άμεσα ή έμμεσα το χέρι των δολοφόνων: πολιτικοί πατέρες της «θεωρίας της αλλοτρίωσης», όχι εκείνης που βασίζεται στα πρώτα γραφτά του νεαρού Μαρξ, αλλά εκείνης που αντιμετωπίζει το σύνολο των πολιτών των δυτικών ιμπεριαλιστικών χωρών ως «εθελόδουλους του κεφάλαιου» ήταν οι μπρεζνιεφικοί – σουσλοφικοί σοσιαλφασίστες αντεπαναστάτες, ιδιαίτερα μετά το 1970. Μάλιστα, η προσπάθεια του ρώσικου κρατικομονοπώλιου να συσσωρεύσει τεράστιο όγκο συμβατικών όπλων για να αντιρροπήσει την υπεροχή του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στα πυρηνικά, οδηγούσε σε πολύ «στενή» πολιτική στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών για τις μάζες. Τι πιο εύκολο, λοιπόν, από τη «θεοποίηση» της ολιγάρκειας σπαρτιάτικου τύπου, σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική του επαναστάτη Στάλιν, που πάντα τόνιζε τον κομβικό για μια σοσιαλιστική οικονομία ρόλο της κάλυψης των όλο και αυξανόμενων υλικών αναγκών των μαζών… Φυσικά, η οικονομία της ΕΣΣΔ είχε πάψει από τα 1960 να είναι σοσιαλιστική…


Οι αναρχοναζήδες του μηδενισμού δανείζονται επίσης πλευρές της ανάλυσης του «αριστερού» ρεβιζιονισμού και των καταστασιακών της δεκαετίας του ’60, που χτυπούσαν με ιδιαίτερη σκληρότητα το συμβιβαστικό πνεύμα των δυτικοευρωπαϊκών μεσοστρωμάτων και των καλοπληρωμένων στρωμάτων της εργατικής τάξης με το δυτικοευρωπαϊκό μονοπώλιο. Η ανάλυση εκείνη είχε και κάποιες σπινθηροβόλες, αξιόλογες παρατηρήσεις για τους μηχανισμούς με τους οποίους η αστική τάξη επιβάλλει και σταθεροποιεί την εξουσία της (παρατηρήσεις που ανάγονται κυρίως σε ανάπτυξη των αναλύσεων του παλιού αρχηγού του ΚΚ Ιταλίας Αντόνιο Γκράμσι για την ταξική ηγεμονία τη δεκαετία του ’30), ωστόσο σε γενικές γραμμές αναθεωρούσε το μαρξισμό από τα «αριστερά», πράγμα που φαίνεται σήμερα με το ρούφηγμα του παγκόσμιου μεροκάματου προς τα κάτω από το κινέζικο αντεργατικό κάτεργο και με τη σχετική και απόλυτη χειροτέρευση της θέσης των εργατών και φτωχών υπαλλήλων στο δυτικό ιμπεριαλιστικό κόσμο.


Η θεωρία του «Υπερανθρώπου» του Νίτσε, παιδί του μικροαστικού ρομαντισμού και της πνευματικής βαρυχειμωνιάς του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, μπαίνει κι αυτή στο μπλέντερ, και κάπου εκεί εμφανίζονται και οι διάφοροι «μαυροκόκκινοι» νεοναζιστές τύπου «Μαύρου Κρίνου», που επιχειρούν να ενώσουν τα πιο ριζοσπαστικά ναζιστικά στοιχεία που δεν βολεύονται στην «καθωσπρέπει» Χρυσή Αυγή με τα πιο μηδενιστικά και αντιλαϊκά στοιχεία των Εξαρχείων.




Όλος αυτός ο συρφετός βρήκε την ενότητά του πάνω στο «Δεκέμβρη» του 2008
, που τον θυμούνται με συγκίνηση όχι μονάχα οι προοδευτικοί άνθρωποι που κλάψανε για το χαμό του Αλέξη από το χέρι του αστυνομικού φασισμού, αλλά και όλοι οι ψευτοαριστεροί και αναρχικοί, που ηδονίζονται στη θύμηση του «χριστουγεννιάτικου δέντρου που καιγόταν», του «πολιτισμού του κεφαλαίου που γινόταν  παρανάλωμα στις φλόγες της εξέγερσης» και άλλες τέτοιες παλαβομάρες, που αντέστρεψαν το κλίμα μέσα στο λαό, δύο μόλις ημέρες μετά τη δολοφονία του 15χρονου παιδιού. Από κει που ο λαός ζητούσε το κεφάλι του παλιανθρώπου Κορκονέα επί πίνακι, η καταστροφική δράση των λούμπεν τραμπούκων και καταστροφέων μετατόπισε τη συζήτηση από τον αστυνομικό φασισμό στον σπασιματισμό και στην αναγκαία καταστολή του, ενώ πρόκειται στην ουσία για φαινόμενα – γεννήματα του ίδιου φαιοκόκκινου καθεστώτος.



Το κάψιμο της Αθήνας το Δεκέμβρη του ‘08 ήταν η πιο μεγάλη προβοκάτσια που όχι μόνο δεν επέτρεψε ένα πραγματικό κίνημα ενάντια στον εκφασισμό της αστυνομίας, αλλά αντίθετα γιγάντωσε το χρυσαυγιτισμό, την ώρα που ο καθοδηγητής του σπασίματος ΣΥΝ ζητούσε «Διακομματική Επιτροπή της Βουλής για την  Αστυνομία», ώστε να την ελέγχει ο ίδιος κι οι συνδικαλιστές του, μαζί με το ΛΑΟΣ των φασιστών, κι όχι οι εκλεγμένες κυβερνήσεις.
Ο μηδενισμός, το άνευ λόγου κάψιμο, ο φετιχισμός της καταστροφής, το μίσος στον «αλλοτριωμένο που δεν εξεγείρεται» σχηματοποιήθηκαν και μορφοποιήθηκαν μέσα στις «φωτιές του Δεκέμβρη». Το Δεκέμβρη του ‘08 υπογράφηκε η ληξιαρχική πράξη θανάτου των 3 της Μαρφίν, απλά αυτός «άργησε» κατά ενάμιση χρόνο.

Ο πολιτικός αμοραλισμός των ψευτοΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που ούτε λίγο ούτε πολύ από την ίδια εκείνη μέρα επαναλάμβαναν μονότονα ότι οι 3 της Μαρφίν ήταν «δευτερεύον στοιχείο» μιας κατά τα άλλα «εξαιρετικής εξεγερτικής ημέρας», πράγμα που αν το προσέξει κανείς καλά εξυπονοεί και ο άθλιος Κωνσταντίνου του ΣΕΚ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ  στην εκπομπή «Πρωταγωνιστές» του Σταύρου Θεοδωράκη για το θέμα 1 χρόνο μετά, είναι αποκαλυπτικός για το βαθμό της σήψης του ρεβιζιονισμού – σοσιαλφασισμού. Αυτοί οι νεκροί δεν είναι δικοί τους! Με προσοχή, για να μην οργίσουν το λαό, που έκλαψε για τους 3,  αλλά εμφατικά, το αφήνουν να εννοηθεί σε όλους τους τόνους: σε άλλο στρατόπεδο οι 3, σε άλλο οι «αντικαπιταλιστές αγωνιστές»! Έτσι είναι πράγματι!


Κι ακόμη κι αν οι ηγεσίες της ψευτοαριστεράς δεν ήταν πολιτικοί υπάλληλοι του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού, ακόμη κι αν δεν τους κάλυπταν τα φιλαράκια τους Παπανδρέου, Σαμαράς και Καρατζαφέρης που δε ζήτησαν πολιτικές ευθύνες για το μακελειό και για το αιώνιο φασιστικό – σπασιματικό μπάχαλο που επιτρέπουν στις πορείες τους τουλάχιστο η ΓΣΕΕ (έμμεσα και το ΠΑΜΕ, που θεωρεί τον εαυτό του τμήμα του μεγαλειώδους των μαζικών πορειών, άρα καλύπτει κάτω απ’ τις φτερούγες του πολιτικά και τα μη «καθαρά ταξικά» μπλοκ), η ενοχή τους θα αποδεικνυόταν από ένα μόνο γεγονός: ότι ποτέ δε συγκρούστηκαν όχι μόνο «στρατιωτικά», αλλά πρωτίστως ιδεολογικά με το φετίχ της καταστροφής. Ποτέ δεν έγραψαν στις φυλλάδες τους, το σφετερισμένο «Ριζοσπάστη» και τη σφετερισμένη «Αυγή», ένα άρθρο για το αντιδραστικό κι όχι απλά «λαθεμένο» -από μαρξιστικής άποψης- της καταστροφής ενός καταστήματος, μιας τράπεζας, ενός ξενοδοχείου, ενός αυτοκινήτου.



Δεν είπαν ποτέ στις πολιτικά καθυστερημένες μάζες που τους ακολουθούν πως όλα αυτά (κτίρια, μαγαζιά, αυτοκίνητα, μηχανές) είναι πραγματωμένη σε υλική μορφή ανθρώπινη εργασία, που οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν στόχο να την περάσουν από τα χέρια του κεφάλαιου στα χέρια της κοινωνίας, γιατί το κεφάλαιο είναι ανίκανο πια να τιθασεύσει τις παραγωγικές δυνάμεις που απελευθερώνει και σπέρνει μονάχα δυστυχία, ανισότητα, εκμετάλλευση, πόνο και καταστροφή.
Και είναι φυσικό. Οι άνθρωποι δεν είναι μαρξιστές, αλλά σάπιοι μικροαστοί στην υπηρεσία των πιο σάπιων ιμπεριαλισμών που γέννησε η ανθρωπότητα. Αυτοί που δε συγκινήθηκαν από τους εκατοντάδες χιλιάδες σφαγιασμένους -από τους φίλους τους- στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του ’80, στην Τσετσενία, στη Βοσνία ή στο Νταρφούρ του Σουδάν, θα συγκινιόνταν για 3 «μικροαστούς καριερίστες τραπεζοϋπαλλήλους», την ημέρα που το κράτος (και στην Ελλάδα κράτος είναι και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία) διατάζει ότι έχουμε «πανεργατική απεργία»;; Αστεία πράγματα.

Φυσικά, δε στάθηκαν όλοι οι άνθρωποι της βάσης της ψευτοαριστεράς και του αναρχισμού έτσι απέναντι στα γεγονότα. Πολλοί καλοί άνθρωποι, που για χίλιους δυο λόγους είναι εγκλωβισμένοι κει μέσα, οργίστηκαν. Σιχτίρισαν. Έκλαψαν. Φώναξαν και τσακώθηκαν με τους οπαδούς του μηδενισμού, του δολοφονικού φασισμού. Πολλοί -ειδικά αναρχικές συλλογικότητες και ομάδες- δημοσιοποίησαν έως και συγκινητικές ανακοινώσεις και κείμενα, με τα οποία καταδίκαζαν μετά βδελυγμίας και την συγκεκριμένη πράξη, και τη γενικότερη δολοφονική λογική των αναρχοφασιστών.



Ωστόσο, καμία συλλογικότητα ή οργάνωση δε βρήκε τη δύναμη να καλέσει σε πόλεμο ενάντια στους φορείς αυτών των πραχτικών, καμία δε θεώρησε ότι αποτελεί ντροπή να θεωρείται κομμάτι του ίδιου χώρου με αυτά τα κτήνη, που σκοτώσανε εν ψυχρώ 3, και θα μπορούσαν να είχαν σκοτώσει και 13 εργαζόμενους εκείνη την αποφράδα μέρα.
Πόλεμο που θα συμπεριλάμβανε πολιτικό και φυσικό τσάκισμα των μηδενιστών.  Ακόμη περισσότερο, καμία αναρχική συλλογικότητα δεν είχε το πολιτικό θάρρος να καταδικάσει ανοιχτά μπροστά στο λαό τη «Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς», που στην προκήρυξή της μετά τη μπόμπα που έβαλε στα γραφεία της Χρυσής Αυγής, κατηγορεί τους χρυσαυγίτες για «ΕΥΠιτζήδες», σε αντίθεση με τους «αυθεντικούς εθνικοσοσιαλιστές», που, αν και είναι «αντίπαλοι», μπορεί να υπάρξει μια αλληλεγγύη καθώς είναι και αυτοί «κατά του αστικού καθεστώτος».



Το μότο του «Μαύρου Κρίνου», των φαιοκόκκινων ναζιστών που κάνουν «αριστερή εθνικοσοσιαλιστική» αντιπολίτευση στη ΧΑ, είναι «Ενάντια στο φιλελευθερισμό και την αστική δημοκρατία». Ενάντια στο φιλελευθερισμό, κυρίως τον οικονομικό (αλλά βαθύτερα και ενάντια στον πολιτικό δημοκρατισμό), παλεύει καθημερινά ο ΣΥΝ. Τη δε αποδόμηση της αστικής δημοκρατίας ως ψευδεπίγραφης (πράγμα που είναι γενικά αλήθεια, αλλά που εδώ χρησιμοποιείται για την εξίσωσή της με το φασισμό) την έχει αναλάβει το ψευτοΚΚΕ.
Κύριος εχθρός οι Αμερικάνοι και δευτερευόντως οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, κύριος εχθρός στο εσωτερικό το κλασσικό ιδιωτικό κεφάλαιο της αγοράς, ζήτω η Χεζμπολλάχ, η Χαμάς, ο Τσάβες, και σε τελική ανάλυση ο Πούτιν και ο Τζιντάο, αντισημιτισμός καμουφλαρισμένος σε «αντισιωνισμό», μίσος όπως γράψαμε και παραπάνω στις «αλλοτριωμένες μάζες της Δύσης» που είναι δήθεν συνειδητοί υπερασπιστές του κεφαλαίου, και νά ‘σου ξεπροβάλλει το φαιοκόκκινο μέτωπο των εξαμβλωμάτων.



Γι’ αυτό και το κοινό μίσος ενάντια στους  τριτοδιεθνιστές ηγέτες Στάλιν – Δημητρόφ – Μάο, που δε δίστασαν στιγμή μετά το 1936, να συμμαχήσουν κατά του φασισμού και με τον πιο ξεσκολισμένο αντιχιτλερικό φιλελεύθερο, διατηρώντας πάντα την αυτονομία του στρατοπέδου του επαναστατικού προλεταριάτου.

Και μόνο ότι ουδείς από το "χώρο" πέρασε από την κριτική στον πόλεμο με τους ναζήδες καψιματίες, είναι από μόνο του ανησυχητικό και ενδεικτικό της τρομοκρατίας που ασκούν οι κάλπικοι «αντικαπιταλιστές», με το σκιάχτρο του «ρεφορμιστή» που κραδαίνουν απέναντι σε κάθε αντίπαλό τους, ενώ οι ίδιοι δεν είναι απλά ρεφορμιστές, αλλά οπαδοί και προαγωγοί του πιο κτηνώδους μονοπωλιακού κεφαλαίου στην ιστορία της ανθρωπότητας, το γνωρίζουν ή όχι.


Ο τίτλος - όλα τα λεφτά...



Οι τελευταίοι φυσικά που έχουν το ηθικό και πολιτικό δικαίωμα να εκμεταλλεύονται τη λαϊκή οργή κατά των σπασιματιών, είναι οι ναζήδες της Χρυσής Αυγής. Αυτοί οι θρασύδειλοι δολοφόνοι, που ενώ ζυγίζουν ο καθένας 200 κιλά, επιτίθενται μόνο σε αναλογία 5 εναντίον 1 σε δημοκράτες, αντιεθνικιστές, αριστερούς, μετανάστες κλπ., δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους μηδενιστές εμπρηστές – δολοφόνους των 3 της Μαρφίν. Οι μεν σακατεύουν και σκοτώνουν «μη άριους», «εθνικούς μειοδότες» και «προδότες της πατρίδας», οι δε «αλλοτριωμένους», «ταξικούς μειοδότες» και «προδότες του αντικαπιταλιστικού αγώνα». Και οι δύο φυσικά, χρυσαυγίτες και αναρχομηδενιστές, είναι σκουλήκια και θρασύδειλοι τραμπούκοι, που η πρώτη πράξη του νέου λαϊκού δημοκρατικού κινήματος που αναπόφευχτα θα γεννηθεί, θα είναι να τους στείλει στο νοσοκομείο και να τους κόψει τη φόρα μια κι έξω.


Η Αγγελική

Όχι, ο Νώντας, η Παρασκευή και η Αγγελική δεν ανήκουν στους οπαδούς του Γ’ Ράιχ, στους προδότες της πατρίδας νέους ταγματασφαλίτες και εγκληματίες, που είναι κρυφοσύντροφοι αυτών που τους σκότωσαν!! Δεν πρέπει το θανατερό δίπολο που έχει βαλθεί να συντρίψει το λαό και τη δημοκρατία να συνεχίσει να αλέθει ανθρώπους, προβοκάροντας με τον ένα πόλο και στέλνοντας κόσμο στον άλλο!

Η Παρασκευή

Οι δυο κοπέλες και το παλικάρι που χάθηκαν τόσο άδικα και εγκληματικά κείνο το μεσημέρι, ανήκουν στο λαϊκό, στο δημοκρατικό στρατόπεδο, άσχετα από το τι ήταν ο καθένας τους συνειδησιακά ή πολιτικά (ξέρουμε δυο πράγματα και γι’ αυτό, αλλά καλύτερα ας τα κρατήσουμε για τον εαυτό μας, δεν έχει σημασία). Γιατί μοιράζονταν, κείνη την ώρα που έκοψε την ανάσα η φασιστική βία, τη μοίρα όλου του εργαζόμενου λαού αυτού του τόπου και βαθύτερα αυτού του πλανήτη, που οι μπαγαμπόντηδες τους έκλεψαν πριν μερικές δεκαετίες το κόμμα τους, την πίστη και την ελπίδα τους για έναν καλύτερο κόσμο, και τους έριξαν βορά στα δόντια των εκμεταλλευτών τόσο του δυτικού φιλελεύθερου όσο και του ανατολικού κρατικοφασιστικού μονοπώλιου.

Ο Νώντας

Δουλεύανε υπό εξοντωτικές συνθήκες στην τράπεζα του νέο-ολιγάρχη Βγενόπουλου, ενός ακόμη ευνοούμενου του καθεστώτος κορυφής, με μια γελοία κρατικογραφειοκρατική «Ομοσπονδία Τραπεζοϋπαλλήλων» για «συνδικαλιστική κάλυψη», για να ζήσουν και να τραβήξουν μπροστά στη ζωή τους, την ίδια ώρα που αυτοί που πισωγύρισαν την ανθρωπότητα, οι υπάλληλοι των παλινορθωτών του καπιταλισμού σε ΕΣΣΔ και Λαϊκή Κίνα (οι ψευτοαριστερές ηγεσίες εννοούμε) τους έψεγαν γιατί «δεν βρίσκονταν στο δρόμο» (και έλεγαν «αφήστε τους να καούν»). Στο δρόμο, μαζί με τους κρατικούς υπαλλήλους, τους αποσπασμένους στο «κόμμα» (ψευτοΚΚΕ, ΣΥΝ, ΔΗΜΑΡ κλπ.), τους μικροαστούς δουλοχτήτες ή τους προσωπάρχες των ιδιωτικών αφεντικών «ταξικούς» συνδικαλιστές που ηγούνται των περισσότερων «απεργιακών» μπλοκ. 

Τους έψεγαν οι πάσης φύσεως κνίτες, επειδή δεν ακολουθούσαν στο δρόμο το πιο ύπουλο και δεξιό αστικό μπλοκ αυτής της χώρας, όπως δεν το ακολούθησαν εκείνη τη μέρα εκατομμύρια φτωχοί άνθρωποι σε όλη τη χώρα, όχι γιατί είναι "αλλοτριωμένοι" (κάποιοι πράγματι είναι, είναι κι αυτό μέρος της πραγματικότητας στον καπιταλισμό), αλλά γιατί δεν ανέχονται να βάλουν το κεφάλι το δικό τους και των παιδιών τους στο ντορβά για αντεργάτες τύπου Παπαρήγα και Τσίπρα, που δε τους εχτιμάνε ούτε τους σέβονται, αυτούς και τα κόμματά τους.


Οι λαϊκοί άνθρωποι έχουνε τετράγωνη λογική και κρίση: στη φωτιά πέφτουνε όταν έχουν καταλάβει καλά τι συμβαίνει, τι φταίει και τι πρέπει να γίνει. Τότε ΘΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ και δίνουν το αίμα και την ψυχή τους. Όχι όποτε το απαιτήσει το καθεστώς κορυφής, ο Περισσός και η Κουμουνδούρου και τα ενισχυτικά του Παπανδρέου για τις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ "κινήματά" τους.


Ε, λοιπόν, ακούστε το καλά αναρχοναζήδες μηδενιστές, μαυροκρίνοι «αντικαπιταλιστές» οπαδοί του Πούτιν, «συνωμότες πυρήνων της φωτιάς» και χρυσαυγίτες, καθώς και ψευτοαριστεροί οπαδοί των «εξεγερσιακών πραχτικών» -με κρατικές πλάτες- που σκοτώνουν δικούς μας ανθρώπους: καταστρέφοντας τη χώρα για λογαριασμό των ανατολικών αφεντικών σας (είτε το ξέρετε ότι τα υπηρετείτε είτε όχι), ανοίξατε τους ασκούς του Αιόλου. Οι μάζες αναζητάνε απαντήσεις, και δε βολεύονται πια στα παλιά σχήματα και στις κοινοτοπίες. Σας έχουν γνωρίσει, φασίστες και σοσιαλφασίστες, και ξέρουν καλά πόσο πολύ τις σιχαίνεστε και κυρίως πόσο πολύ τις υποτιμάτε, πόσο σας αρέσει να τις ποδοπατάτε. Όταν ο λαός οργανωθεί, δεν θα τον κρατάει τίποτε. Και τότε θα απεγκλωβιστούνε μια κι έξω και οι καλοί, οι τίμιοι άνθρωποι που ακολουθούν ακόμη την καθεστωτική ψευτοαριστερά και το καθεστωτικό, καθοδηγούμενο από τους κνίτες του ΣΥΝ, τμήμα του αναρχισμού...


Υ.Γ. Το κείμενο αφιερώνεται στη μνήμη του σεμνού αντιφασίστα Λάκη Σάντα, που έφυγε στα 89 του, 70 χρόνια από τότε που μαζί με το Μανώλη Γλέζο κατέβασαν τη βρώμικη χιτλερική σημαία από την Ακρόπολη... Όλοι αυτοί οι κύριοι των καθεστωτικών κομμάτων που κάνουν δηλώσεις για το θάνατό του, δε θα καταλάβουν ποτέ τι θα πει να μην θεωρείς τις όποιες αγωνιστικές πράξεις του παρελθόντος σου εξαργυρώσιμες...

Υ.Γ. 2 Η μη αναφορά σε ζητήματα που είχαν να κάνουν με το κτίριο, την ύπαρξη εξόδων κινδύνου/διαφυγής, στις απειλές για τη μη συμμετοχή στην απεργία για να μη χαθεί ούτε λεφτό υπερεντατικής εργασίας για το Βγενόπουλο είναι ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ, από τη στιγμή που αυτά επικαλέστηκαν και όσοι θέλησαν να βγάλουν λάδι τους δολοφόνους. Αν δεν καθαρίσουμε με αυτούς που αντιμετωπίζουν τους εργαζόμενους σα καύσιμη ύλη για τις μολότοφ, δεν μπορούμε να περάσουμε σε αυτούς που τους εκμεταλλεύονται...

2 σχόλια:

  1. Έχω μια απορία : ο Ριζοσπάστης επί 3 ημέρες μετά το γεγονός της δολοφονίας των 3 υπαλλήλων της Μαρφίν, έγραφε ότι οι δράστες βγήκαν από 2 κλούβες των ΜΑΤ, κατονόμαζε το μέρος που ήταν σταθμευμένες, το τι φορούσαν οι δράστες και ποια διαδρομή ακολούθησαν για να φτάσουν στην Τράπεζα. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη αυτόπτη μάρτυρα. Παρ' όλα αυτά, ούτε κλήθηκε από την προανάκριση να καταθέσει, ούτε ο ίδιος ο "Ρ" παρουσιάστηκε αυθόρμητα να κατατέσει. Γιατί;
    Το ΚΚΕ, μέσω του Ριζοσπάστη, παρουσίασε την υπόθεση σαν προβοκάτσια και υπέδειξε σα φυσικό αυτουργό το παρακράτος και σαν ηθικό αυτουργό την αστυνομία.
    Όταν χωρίς κανένα στοιχείο προσπαθείς να στρέψεις τις υποψίες για τη δολοφονία σε κάποιον, μήπως το κάνεις για "ξεκάρφωμα", που λένε;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πάνο193:

    Θυμάμαι αυτή σου την όντως σοβαρή και σημαντική παρατήρηση και από το γνωστό -φιλοφασιστικό πια σε όλη τη γραμμή του- Ιντυμήντια.

    Και είναι γεγονός ότι δε της έχει δοθεί η απαραίτητη σημασία. Είναι μια βαθιά απόδειξη του σκοτεινού, αστικού, βρώμικου χαραχτήρα του ψευτοΚΚΕ, αλλά και της προστασίας που αυτό το φασιστόκομμα παρέχει είτε έμμεσα μέσω του ΣΥΝ είτε και άμεσα, απ' ό,τι δείχνει αυτό που λες, στους ψευτοαναρχικούς ναζήδες που φωλιάζουν μες στο αναρχικό ρεύμα/κίνημα.

    Πραγματικά, την ίδια ώρα που οι κνίτες χτίζουν με στρατό και αστυνομία σχέσεις εμπιστοσύνης και αλληλοεχτίμησης, σαν καθωσπρέπει κόμμα, ποτέ δεν δέχονται ότι υπάρχει ρεύμα ή πράξη που βρίσκεται δεξιότερα της αστυνομίας. Έτσι, ουσιαστικά δίνουν ιδεολογική κάλυψη στα σοσιαλναζιστάκια και τους στέλνουν και νέο κόσμο με αντιεξουσιαστικές άγουρες διαθέσεις ή με μικροαστική απελπισία.

    Αν το ψευτοΚΚΕ ήταν στοιχειωδώς λαϊκό ή δημοκρατικό κόμμα κι όχι κόμμα του φαιοκόκκινου φασισμού, θα είχε τραβήξει τέτοιο ιδεολογικό ξεσκέπασμα - πόλεμο μέσα από τα ΜΜΕ (τα δικά του και τα αστικά) σε αυτό το αναρχοναζιστικό μηδενιστικό ρεύμα ΑΠΟ ΤΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, που πραγματικά δε θα μπορούσε -πλην των δολοφόνων ανώμαλων και πατημένων φασιστών- να μείνει σε αυτό το ρεύμα ούτε ένας τίμιος άνθρωπος. Θα τσακιζόταν δηλαδή η νομιμοποιητική βάση του μαρφινισμού.

    Αλλά όταν η σοσιαλφασιστική πια ΑΥΓΗ περιγράφοντας τα γεγονότα της 5ης του Μάη, έγραφε για τους "διαδηλωτές" που έσπαγαν και διέλυαν σαν "κομμάτι της διαδήλωσης", δηλαδή αποδέχεται το μαρφινακισμό σαν τμήμα του κινήματος και δεν έχει μαζευτεί ο δημοκρατικός κόσμος να πάρει τους σοσιαλφασίστες με τις πέτρες, τι να πεις;;

    Υ.Γ. Και φυσικά η αστική τάξη ούτε ζήτησε τα στοιχεία από το ψευτοΚΚΕ, ούτε το ξεσκέπασε ως κατά συρροή ψεύτη, ούτε το χτύπησε πολιτικά είτε για τις συμωμοσιολογίες του είτε για τον εντελώς έμμεσο αλλά σαφή φιλομαρφινακισμό του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή